Δευτέρα 21 Ιουνίου 2021

70 χρόνια χωρίς τον Α. Σικελιανό

 


Στις 19 Ιουνίου του 1951 έπαψε να χτυπά η μεγάλη καρδιά του Άγγελου Σικελιανού. Του ποιητή, που προσπάθησε να αναστήσει την Δελφική Αμφικτυονία και ο τάφος του βρίσκεται στους Δελφούς. 

Από τα αφιερώματα στη μνήμη του, τουλάχιστον όσα μπόρεσα να διαβάσω ξεχώρησα δύο, για την αμεσότητα και τον μεστά απλό λόγο τους. 

Αναδημοσιεύω το κείμενο του Στέφανου Ληναίου, το οποίο διάβασα στην εφημερίδα των Συντακτών στις 19 Ιουνίου.

                                "Μια μέρα με τον Άγγελο"

Τον ακούγαμε βουβοί. «Τώρα, θα σας διαβάσω ένα ποίημα που θα το καταλάβετε μόνο όταν έρθετε στην ηλικία μου», μας λέει... Και μας διάβασε ολόκληρο το «Θαλερό». Έναν ύμνο στη φύση

Διαβάσαμε στον Τύπο: «Ημέρες Δελφικής, Πολιτιστικής, Κληρονομιάς» 11 Ιουνίου - 11 Ιουλίου. Σε έξι περιοχές: Δελφοί, Συκιά, Λευκάδα, Σαλαμίνα, Αίγινα, Αθήνα. Έπειτα από πολλά χρόνια, γίνεται, επιτέλους, τώρα..

Ενα αφιέρωμα μνήμης στον Άγγελο Σικελιανό. Εμείς σήμερα θα προσπαθήσουμε, όσοι ζούμε ακόμη, να θυμηθούμε τα παιδικά μας χρόνια και τον απόηχο εκείνης της μεγάλης ποιητικής εποχής, του Μεσοπόλεμου.

Κι εγώ, προσωπικά, να θυμηθώ και να μεταφέρω εδώ αποσπασματικά, ελάχιστα από όλα όσα έζησα μια μέρα ολόκληρη με τον Αγγελο Σικελιανό, στη Σαλαμίνα, στις 6 Αυγούστου του 1949... Δυο χρόνια πριν φύγει για πάντα...

Τον γνώρισα το 1948, στα μαύρα χρόνια του Εμφύλιου. Στη Σχολή Θεάτρου του Σωκράτη Καραντινού, στον Μορφωτικό Σύλλογο «Αθήναιον». Δυο φορές είχε έρθει ο Σικελιανός. Μιλήσαμε μαζί του όλοι οι σπουδαστές της σχολής. Δεν θυμάμαι τίποτε. Είχα συνέχεια μια ταραχή...

Τη δεύτερη φορά ρωτήσαμε τον Καραντινό αν μπορούμε να δούμε μια μέρα τον «Θεό Άγγελο». Έτσι τον φανταζόμαστε... «Το καλοκαίρι, στη Σαλαμίνα», μας λέει. «Όχι πολλοί, δυο μόνο...»


Πήγαμε, στη Σαλαμίνα με τον αξέχαστο φίλο μου, ζωγράφο Νίκο Κοντό, στις 6 Αυγούστου του 1949 (σύμπτωση, μέρα των γενεθλίων μου...) Κοπήκανε τα πόδια μας μόλις τον είδαμε. Μας περίμενε μ’ ένα ανοιχτό βιβλίο στα χέρια του, καθισμένος στο πεζούλι του μεγάλου -σαν αποθήκη- χωριάτικου σπιτιού, κοντά στο κύμα της θάλασσας. Τον φρόντιζαν η κυρα-Κατίνα κι ο μπαρμπα-Θανάσης.

Σηκώνεται όρθιος, φορώντας κάτι σαν μεγάλη, φαρδιά πουκαμίσα και λέει με τη χαρακτηριστική βροντώδη φωνή του: «Τώρα θα πάμε για μπάνιο. Ύστερα θα φάμε και θα τα πούμε... Εσείς θα πάτε εκεί στο μικρό λιμανάκι. Εγώ θα κάνω εδώ. Κάποτε κολύμπαγα Λευκάδα - Πρέβεζα!..»

Πάμε στο λιμανάκι και σε λίγο βλέπουν τα μάτια μας, από μακριά, μια εικόνα αξέχαστη. Τον Σικελιανό, με ένα ολόσωμο αντρικό μαγιό της εποχής, να παίρνει με μια κανάτα νερό από τη θάλασσα και να το ρίχνει στο σώμα του και μια και δυο και τρεις φορές...

Η εικόνα του «Θεού»- Ανθρώπου» μένει μέσα μας και ολοκληρώνεται την ώρα που τρώγαμε κατάχαμα, στο ξύλινο πάτωμα, χωριάτικη ντοματοσαλάτα και η κυρα-Κατίνα τον μάλωνε επειδή λέρωνε την πετσέτα του στον λαιμό... «Κάθε μέρα με μαλώώώνει...» λέει γελώντας.

Ύστερα πίνουμε καφέ. «Μιλήστε μας για τον Καζαντζάκη.». «Τον Καζαντζάκη τον έλεγαν θεό της γης.. κι εμένα θεό του ουρανού!... Τα θυμόμαστε τώρα και γελάμε...», απάντησε γελώντας δυνατά. Δειλά-δειλά, τον ρωτάμε για την Εύα και για την Άννα... «Η Εύα είχε το ταλέντο της γνώσης. Η Αννα έχει το ταλέντο της ζωής» απαντά.

Προσπαθούμε να φέρουμε τη συζήτηση στα πολιτικά της εποχής. «Τώρα πια όλα αυτά έχουν ατροφήσει μέσα μου..», λέει... Και το πρόσωπό του σκοτεινιάζει.

«Τι θέλετε να σας απαγγείλω», μας λέει. Του ζητάμε ένα απόσπασμα από τη «Συνείδηση της Προσωπικής Δημιουργίας». Αρχίζει αμέσως, αργά και με τα μάτια του ακόμη φλογισμένα.

«... Ορθώσου... Μπορείς να είσαι αντάμα ο ίλιγγος και η κυριαρχία, οι αναρίθμητες καρδιές όπου χτυπούν στο διάστημα μπορούν να γίνουν άξαφνα η καρδιά σου;...»

Τον ακούγαμε βουβοί. «Τώρα, θα σας διαβάσω ένα ποίημα που θα το καταλάβετε μόνο όταν έρθετε στην ηλικία μου», μας λέει. Και μας διάβασε ολόκληρο το «Θαλερό»... Έναν ύμνο στη φύση και τον έρωτα...

«... Εκεί κερήθρα μόφερε, ψωμί σταρένιο, κρύο νερό η αρχοντοθυγατέρα, οπούχε από τη δύναμη στον πετρωτό της το λαιμό χαράκι ως περιστέρα·»...

Στις 5 το απόγευμα φύγαμε. «Ξαναγεννηθήκαμε!» του είπαμε. «Κι εγώ...» μας απαντά.

Γυρνώντας στην Αθήνα, λέω στον φίλο μου, τον Νίκο. «Πήγαμε να δούμε ένα Θεό και είδαμε έναν Άνθρωπο», «Μήπως και ο αληθινός Θεός, αν υπάρχει, είναι ένας Άνθρωπος», λέει...


Έφυγε από τη ζωή στις 19 Ιουνίου 1951. Όπως όλοι οι άνθρωποι.. Σε ένα νοσοκομείο... Από ένα ανθρώπινο λάθος... Όπως, έπειτα από 7 χρόνια κι ο Καζαντζάκης.. Ήμουν στρατιώτης στην Κρήτη. Δεν μου έδωσαν άδεια για να πάω στην κηδεία του. Έκλαψα πολύ...

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΑ ΚΑΤΑΣΤΡΩΜΑΤΟΣ ΣΕΦΕΡΗΣ στο Πανόραμα Ευρωπαϊκού Κιν/φου

από ταινία του Στέλιου Χαραλαμπόπουλου   Όπως τα πεύκα κρατούνε τη μορφή του αγέρα ενώ ο αγέρας έφυγε, δεν είναι εκεί το ίδιο τα λόγια φ...